ΜΕΡΟΣ Β’ (συνέχεια από ΜΕΡΟΣ Α‘)
Φτάνοντας στο τέλος της ανηφόρας θα βρεθούμε σε ένα σταυροδρόμι, όπου στις τέσσερις γωνίες των κτιρίων που το σχηματίζουν βρίσκονται τοποθετημένες τέσσερις κρήνες. Φτιαγμένες από τραβερτίνη, απεικονίζουν ξαπλωμένους δύο ποταμούς και δύο θεότητες: Τίβερη, Άρνο, Άρτεμη και Γιούνο. Από την παρουσία των τεσσάρων κρηνών πήρε το όνομα ο δρόμος και ο ναός που πρόκειται ευθύς να επισκεφτούμε.
Ένας απρόσεκτος περαστικός δεν θα δώσει πολύ σημασία στην μικρή πρόσοψη του Σαν Κάρλο άλε Κουάτρο Φοντάνε | San Carlo alle Quattro Fontane (1634-1644). Οι διαστάσεις του είναι ασήμαντες σε σχέση με άλλα αξιοθέατα (λόγω των μικρών διαστάσεων ονομάζεται και Σαν Καρλίνο) και φαινομενικά δεν έχει να προσφέρει αξιόλογες συγκινήσεις. Το μέγεθός του είναι ίσο με έναν μόνο από τους πυλώνες που στηρίζουν τον θόλο του Αγίου Πέτρου. Βέβαια ένας πιο προσεκτικός παρατηρητής θα καταλάβει την ιδιαιτερότητα της πρόσοψης και του καμπαναριού και από περιέργεια θα διαβεί την πόρτα.
Όταν οι Ισπανοί μοναχοί του Τάγματος των Τριαδικών έφτασαν στην Ρώμη στις αρχές του 17ου αιώνα, τους δόθηκε η άδεια να φτιάξουν ένα μικρό μοναστήρι και έναν ναό στον Κυρινάλιο λόφο. Λόγω της έντονης οικοδομικής δραστηριότητας της εποχής στο συγκεκριμένο λόφο, η έκταση που βρήκαν ελεύθερη ήταν πραγματικά περιορισμένη. Ανήσυχοι θα απευθυνθούν στον νεαρό Μπορομίνι, αναζητώντας λύση σε δύο μεγάλα προβλήματα: Οι οικονομικοί τους πόροι ήταν περιορισμένοι και ο χώρος ελάχιστος.
Ο Μπορομίνι, χωρίς ουδεμία ανησυχία, θα δείξει αμέσως ενθουσιασμό και θα καταπιαστεί με τα σχέδια και με τα έργα, δουλεύοντας δωρεάν, δημιουργώντας ένα από τα πιο σημαντικά αριστουργήματά του. Θα αποδείξει με τον ιδιαίτερο τρόπο του πως οι διαστάσεις δεν είναι το παν. Τιμώντας το Τάγμα, θα εργαστεί σε σχέδια βασισμένα στο ισόπλευρο τρίγωνο και στον αριθμό τρία, όπως τα πρόσωπα της Αγίας Τριάδας, προσπαθώντας να δώσει την ψευδαίσθηση στους πιστούς πως ο χώρος δεν ήταν περιορισμένος. Θα χρησιμοποιήσει το φως, το λευκό χρώμα του γυψομάρμαρου και ένα μεικτόγραμμο σχεδιάγραμμα, καταφέρνοντας να εμποδίσει τον πιστό να συγκεντρώσει το βλέμμα σε ένα συγκεκριμένο σημείο, προσπαθώντας και καταφέρνοντας να προβάλει την ανύψωση του ανθρώπου σε διαστάσεις ανώτερες. Ο θόλος είναι διακοσμημένος με ένα περίπλοκο γεωμετρικό σχέδιο ανάγλυφων σχημάτων, οχταγώνων, εξαγώνων και σταυρών που μικραίνουν πλησιάζοντας προς την κορυφή, για να δώσουν με την οπτική απάτη την αίσθηση μεγαλυτέρων διαστάσεων.
Η εκκλησία διαθέτει ένα οκτάπλευρο εσωτερικό προαύλιο με ένα οκταγωνικό πηγάδι, σχεδιασμένα από τον Μπορομίνι, καθώς και μια υπόγεια κρύπτη, εντελώς γυμνή. Εκεί είχε σκοπό να ταφεί ο ίδιος αλλά η αυτοκτονία του δεν το επέτρεψε. Ένα λαϊκό ρητό έλεγε: «Ο Άγιος Πέτρος είναι ωραίος για το μεγαλείο του, ο Σαν Καρλίνο για την μικρότητά του».
Αφήνοντας την εκκλησία και ακολουθώντας τον δρόμο (via del Quirinale) προς το ομώνυμο προεδρικό μέγαρο, θα συναντήσουμε τον ναό του Σαντ’ Αντρέα αλ Κουιρινάλε | Sant’Andrea al Quirinale. Εδώ έχει σειρά να εκπλήξει ο Μπερνίνι.
Η εκκλησία ανήκει στους Ιησουίτες μοναχούς και σχεδιάστηκε εξ ολοκλήρου από τον Μπερνίνι. Αν και ο διαθέσιμος χώρος ήταν μεγαλύτερος από αυτόν του Σαν Καρλίνο, εν τούτοις και εδώ ο σχεδιαστής είχε να επιλύσει ανάλογα προβλήματα. Θα επιλέξει ένα ελλειψοειδές σχεδιάγραμμα, χωρίς γωνίες. Η δημιουργία εντυπώσεων ξεκινά ήδη έξω από την εκκλησία: Ενώ τα σκαλοπάτια και ο πρόναος με την στενή πρόσοψη αναπτύσσονται κάθετα προς τον επισκέπτη, μπαίνοντας οι διαστάσεις αντιστρέφονται και η εκκλησία αναπτύσσεται οριζόντια, ο μεγάλος άξονας βρίσκεται κάθετα στην είσοδο. Στο εξωτερικό, ο περιμετρικός τοίχος στις δύο πλευρές σχηματίζει δύο κοίλες πτέρυγες όπως στην πλατεία του Αγίου Πέτρου, πρόβα τζενεράλε του Μπερνίνι για την μελλοντική διάσημη κιονοστοιχία.
Στο εσωτερικό δεσπόζει ένας τεράστιος τρούλος με τα πλέον γνωστά χαρακτηριστικά του Μπερνίνι, όπως τα αγάλματα και οι ηλιαχτίδες.
Η εκκλησία του Σαντ’ Αντρέα αλ Κουϊρινάλε ήταν και εξακολουθεί να θεωρείται σήμερα ένα από τα καλύτερα δείγματα της ρωμαϊκής αρχιτεκτονικής μπαρόκ. Ο ίδιος ο Μπερνίνι θεωρούσε αυτό του το σχέδιο το μοναδικό τέλειο έργο του.
Ο γιος του, ο οποίος ήταν επίσης και βιογράφος του, έγραψε πως ο πατέρας του, τα τελευταία χρόνια της ζωής του, πέρασε αμέτρητες ώρες καθισμένος στον ναό, θαυμάζοντας τα πολύχρωμα μάρμαρα, τις επιχρυσωμένες τοιχογραφίες και το παιχνίδι του φωτός, ειδικά κοντά στο Αγία Τράπεζα, όπου το φως περνώντας μέσα από το θόλο, εισέρχονταν και φώτιζε την Αγία Τράπεζα χάρη σε ένα τεχνητό άνοιγμα.
Αν και στο εσωτερικό είναι πλούσια διακοσμημένη με μάρμαρα και παρεκκλήσια, τηρώντας τους κανόνες της Αντιμεταρρύθμισης, η πρόσοψη είναι αρκετά ανώνυμη, παλαιοχριστιανικού τύπου, χωρίς διακοσμήσεις.
Στο εσωτερικό, στα δύο πλάγια του πρεσβυτερίου διακρίνονται δύο γλυπτά, αριστουργήματα μπαρόκ, ένα ζευγάρι αγγέλων του Μπερνίνι. Τους χειροτέχνησε προσωπικά ο ίδιος, με σκοπό να τοποθετηθούν στην γέφυρα του Αγίου Αγγέλου, μαζί με τους υπόλοιπους αγγέλους που βρίσκονται εκεί και που ο καθένας κρατεί στο χέρι του ένα από τα αντικείμενα του Μαρτυρίου. (Οι υπόλοιποι άγγελοι χειροτεχνήθηκαν από άλλους γλύπτες στο εργαστήριό του, βάσει δικών του σχεδίων). Οι δύο άγγελοι του Μπερνίνι θεωρήθηκαν από τον πάπα πολύ όμορφοι για να εκτεθούν στις καιρικές συνθήκες και αντικαταστήθηκαν από ομοιώματα. Αργότερα οι κληρονόμοι του τους δώρισαν στον ναό που βρίσκονται σήμερα.
Και ο Μπορομίνι; Η συμβολή του Μπορμίνι στην εκκλησία του Σαντ’ Αντρέα είναι πολύτιμη αλλά πρέπει να μετακινηθούμε στον δρόμο που ανηφορίζει δίπλα από τον ναό, για την παρατηρήσουμε.
Μεταξύ 1653 και 1667 – ουσιαστικά μέχρι τον θάνατό του – θα κατασκευάσει το κωδωνοστάσιο, την αψίδα και το θολοστάτη του τρούλου, τα οποία όμως θα παραμείνουν ελλιπή, χωρίς την προβλεπόμενη μαρμάρινη επικάλυψη. Το κωδωνοστάσιο είναι λευκό, πανέμορφο, χαρακτηριστικό του πνεύματος του Μπορομίνι. Λέγεται πως δεν βρίσκεται σε ιδιαίτερα καλή κατάσταση και πως κατά τις κωδωνοκρουσίες έστω και με γυμνό μάτι παρατηρούνται κάποιες ταλαντεύσεις.
Μπροστά από την πρόσοψη βρίσκεται το σπίτι που έζησε και πέθανε ο Μπερνίνι.
Εδώ τελειώνει και ο περίπατός μας, η στιγμή είναι ιδανική για ένα aperitivo ή για ένα happy hour, ενώ η πιάτσα ντι Σπάνια απέχει λίγες μόνο δεκάδες μέτρα.
Leave A Comment