Κατά τον 3° αιώνα μ.Χ. έπαψε η λειτουργία του σαν χωματερή και με το πέρασμα των αιώνων ο λόφος καλύφθηκε από χώμα και βλάστηση. Κατά τον Μεσαίωνα διάφοροι ιδιώτες άρχισαν να σκάβουν την βάση του, δημιουργώντας χώρους για αποθήκευση προϊόντων (κυρίως κρασιού) και σταβλισμό ζώων. Χτίστηκαν επίσης και κάποια σπίτια. Οι ίδιοι χώροι, ανακατασκευασμένοι, φιλοξενούν σήμερα νυχτερινά μαγαζιά και εστιατόρια.
Ο λόφος ήταν επίσης προορισμός των παραδοσιακών οκτωβριανών εκδρομών των κατοίκων της Ρώμης· εκεί γιορτάζονταν και το μεσαιωνικό παραδοσιακό καρναβάλι της πόλης. Σήμερα, ένας σταυρός στην κορυφή του θυμίζει πως κάποτε ο λόφος αναπαρίστανε τον Γολγοθά, κατά τις λιτανείες των Παθών την Μεγάλη Εβδομάδα.
Μια κάποια αρχαιολογική ευαισθησία των παπικών αρχών κατά τον 19° αιώνα απαγόρευσε την οικοδόμηση και την διάνοιξη αποθηκών στην βάση του λόφου, ενώ μια πιο σοβαρή αρχαιολογική έρευνα πραγματοποιήθηκε από τον Γερμανό αρχαιολόγο Heinrich Dressel, ο οποίος διεξήγαγε εργασίες για την ταξινόμηση των υπαρχόντων αμφορέων. Μεταγενέστερες εργασίες πραγματοποιήθηκαν κατά τον 20° αιώνα από Ισπανούς αρχαιολόγους.
Το 80-90 % των θρυμμάτων των αμφορέων που βρίσκονται στο Monte Testaccio ανήκουν στον τύπο Dressel 20 (μεταφορά λαδιού) ενώ ένα μικρό ποσοστό ανήκει σε αμφορείς που μετέφεραν το garum, την φημισμένη σάλτσα από ψάρι που οι Ρωμαίοι χρησιμοποιούσαν σαν καρύκευμα σε πολλά πιάτα.
- Ο συνολικός αριθμός των αμφορέων ανέρχεται σε 24.750.000·
- κάθε χρόνο στοιβάζονταν 320.000 αμφορείς που αντιστοιχούσαν σε 22.400 τόνους λαδιού·
- η συνολική ποσότητα του λαδιού που μεταφέρθηκε από τους αμφορείς του Monte Testaccio ανέρχεται σε 173.250.000 κιλά λάδι.
- Βάσει υπολογισμών, διαπιστώθηκε πως η ετήσια κατανάλωση λαδιού ανά κεφαλή στην αρχαία Ρώμη αντιστοιχούσε σε 20 κιλά, το οποίο χρησίμευε για διατροφή και φωτισμό.
Leave A Comment