Μέρος Α’
Μέρος Β΄

Πινακοθήκη

H Πινακοθήκη του Βατικανού εγκαινιάστηκε το 1932, λύνοντας το μακρόχρονο πρόβλημα της συνεχούς μετατόπισης των εκθέσεων στα διάφορα κτίρια.
Μια πρώτη συλλογή μόλις 118 πολύτιμων έργων ζωγραφικής πρωτοδημιουργήθηκε το 1790 από τον Πάπα Πίο ΣΤ΄ αλλά είχε σύντομη ζωή, δεδομένου ότι μετά τη Συνθήκη του Τολεντίνο (1797), μεταξύ του παπικού κράτους και της επαναστατικής Γαλλίας, μερικά από τα μεγαλύτερα αριστουργήματα μεταφέρθηκαν στο Παρίσι. Η ιδέα μιας γκαλερί τέχνης, με τη σύγχρονη έννοια, ως μια ανοιχτή έκθεση για το κοινό, γεννήθηκε μόλις το 1817, μετά την πτώση του Ναπολέοντα και την επακόλουθη επιστροφή της πλειοψηφίας των έργων στην Ρώμη, σύμφωνα με τις οδηγίες του Συνεδρίου της Βιέννης. Η συλλογή συνέχισε να αυξάνεται με τα χρόνια διαμέσου δωρεών και αγορών, μέχρι που έφτασε στον σημερινό πυρήνα των περίπου 460 έργων ζωγραφικής, κατανεμημένα σε δεκαοκτώ αίθουσες, ανάλογα με την χρονολογία και την σχολή, από τους λεγόμενους Πρωτοπόρους  (12ος – 13ος αιώνα), μέχρι τον 19ο αιώνα.

Η συλλογή περιλαμβάνει αρκετά αριστουργήματα από τους μεγαλύτερους καλλιτέχνες στην ιστορία της ιταλικής ζωγραφικής, από τον Giotto ως τον Beato Angelico, από τον Melozzo da Forlì μέχρι τον  Perugino και τον Ραφαήλ, από τον Λεονάρντο ντα Βίντσι ως τον Tiziano και τον Caravaggio.

Αίθουσες

Αίθουσες

Το μεγαλύτερο «πρόβλημα» που παρουσιάζει η Πινακοθήκη, όπως και τα υπόλοιπα Μουσεία του Βατικανού, είναι πως αν κάποιος δεν πάει με οδηγό ή μη γνωρίζοντας ήδη τι να δει, τότε αυξάνονται δραματικά οι πιθανότητες να προσπεράσει, χωρίς να σταματήσει, ένα διάσημο έργο ή τα έργα ενός διάσημου ζωγράφου. Ο αριθμός των ζωγραφικών πινάκων είναι τόσο μεγάλος που είναι αδύνατον να γίνει μια επιτόπου επιλογή με βάση κάποια λογικά κριτήρια.

Ελάχιστα από τα εκθέματα:

Caravaggio, «Αποκαθήλωση»

Leonardo da Vinci, «Άγιος Ιερώνυμος»

Raffaello, «Στέψη της Παναγίας»

Η αίθουσα του Ραφαήλ

Η αίθουσα του Ραφαήλ

Filippo Lippi, «Στέψη της Παρθένου μετά αγγέλων, Αγίων και δωρητών».

Filippo Lippi, «Στέψη της Παρθένου μετά αγγέλων, Αγίων και δωρητών».

746

Αίθουσα 7

Αριστερά: Spagna (Giovanni di Pietro), «Θεία Γέννηση και άφιξη των Μάγων». Κέντρο: Perugino, «Τέμπλο των Decemviri». Δεξιά: Giovanni Santi, «Άγιος Ιερώνυμος σε θρόνο». Κάτω, 3 μικροί πίνακες Αγίων του Perugino.

Τρίπτυχο Στεφανέσκι

Τρίπτυχο Στεφανέσκι

Τζόττο, «Τρίπτυχο Στεφανέσκι». Ήταν προορισμένο για τον Μέγα Βωμό της παλιάς βασιλικής του Αγ. Πέτρου. Είναι ζωγραφισμένο και από τις δύο πλευρές για να είναι ορατό από τον ιερέα αλλά και από τους πιστούς.

Αίθουσα των πολύπτυχων

Αίθουσα των πολύπτυχων

Περίπτερο των Αμαξών

Το «Περίπτερο των Αμαξών» δημιουργήθηκε αρκετά πρόσφατα, μόλις το 1967 από τον Πάπα Παύλο ΣΤ’ και είναι μέρος του Τμήματος Ιστορικών Συλλογών των Μουσείων του Βατικανού, το οποίο συλλέγει τα πορτρέτα των παπών από τον 16° αιώνα μέχρι σήμερα, σκεύη τελετών, ενδυμασίες, όπλα και στολές των ενόπλων Δυνάμεων του Παπικού κράτους.

Ο κεντρικός πυρήνας της συλλογής αποτελείται από την άμαξα για τους μεγάλους εορτασμούς που κατασκευάστηκε στην Ρώμη το 1826 από τον Πάπα Λέοντα ΙΒ΄. Στο Περίπτερο υπάρχουν δεκάδες άμαξες διαφόρων αιώνων, φορεία, στολές τελετών, σέλες. Η αλήθεια είναι πως για μια περίοδο 60 σχεδόν ετών (1870-1929) οι Πάπες δεν χρειάστηκαν μέσα μεταφοράς γιατί δεν βγήκαν ποτέ από το Βατικανό, λόγω των προβλημάτων με το Ιταλικό κράτος αλλά αμέσως μετά ξεκίνησε και η συλλογή των αυτοκινήτων, ορισμένα από αυτά αρκετά πολυτελή που είτε δωρήθηκαν στο Βατικανό, είτε αγοράστηκαν.
Η συλλογή, όπως βέβαια και οι υπόλοιπες των Μουσείων του Βατικανού, είναι μοναδική.

4019

Τελικές εντυπώσεις από τα Μουσεία του Βατικανού

Η εντύπωση που παραμένει είναι ένα αίσθημα θαυμασμού για τον πλούτο των ευρημάτων, τόσα πολλά που είναι αδύνατον να σταθεί κανείς σε καθένα από αυτά. Καθένα τους θα κατείχε ξεχωριστή και περίοπτη θέση σε άλλα μουσεία. Ειδικά τα αμέτρητα κομμάτια των ρωμαϊκών συλλογών, μοναδικές στο είδος τους, αφήνουν με το στόμα ανοιχτό. Είναι βέβαια αποτέλεσμα της παπικής κυριαρχίας στην Ρώμη, όταν, οτιδήποτε έρχονταν στην επιφάνεια κατά την διάρκεια εργασιών κατά τους περασμένους αιώνες, έπαιρνε κατευθείαν τον δρόμο για το Βατικανό. Για αυτό τον λόγο δεν μπορεί να γίνει σύγκριση με τα υπόλοιπα ρωμαϊκά μουσεία της Ρώμης, στα οποία κατέληξαν…τα ψίχουλα. Εξαίρεση αποτελούν τα Μουσεία του Καπιτωλίου, τα οποία είναι πιο σύνθετα. Εξίσου σημαντικά βέβαια είναι και τα έργα τέχνης, οι δωρεές και φυσικά τα αναγεννησιακά αριστουργήματα, όταν η Ρώμη, το κέντρο του δυτικού χριστιανισμού αλλά και τα ποσά που αφιέρωναν για την τέχνη οι ποντίφικες, έθελγαν τους σπουδαιότερους καλλιτέχνες.

Σίγουρα θα μπορούσε να θεωρηθεί «υποχρεωτική» μια επίσκεψη στα Μουσεία για όποιον έχει σκοπό να έλθει στην Ρώμη. Ο πλούτος των συλλογών, η μοναδικότητα, η τοποθεσία, ο θαυμασμός που προκαλούν, δικαιολογημένα τα καθιστούν  προορισμό εκατομμυρίων επισκεπτών κάθε χρόνο.