“et peperit filium suum primogenitum, et pannis eum involvit, et reclinavit eum in praesepio: quia non erat eis locus in diversorio.”
«καὶ ἔτεκε τὸν υἱὸν αὐτῆς τὸν πρωτότοκον, καὶ ἐσπαργάνωσεν αὐτὸν καὶ ἀνέκλινεν αὐτὸν ἐν τῇ φάτνῃ, διότι οὐκ ἦν αὐτοῖς τόπος ἐν τῷ καταλύματι..»
(Κατά Λουκάν Ευαγγέλιο, Β:7)
Ο 17ος και ειδικά ο 18ος αιώνας θεωρούνται ο χρυσή εποχή της φάτνης. Τότε η τέχνη της κατασκευής θα αναπτυχθεί στην Ρώμη, στην Μπολόνια, στην Γένοβα και ειδικά στην Νάπολη.
Προς το τέλος του δέκατου έβδομου αιώνα γεννιέται η θεατρικότητα της ναπολιτάνικης φάτνης, η οποία τείνει να αναμίξει το ιερό με το βέβηλο, αναπαριστώντας την καθημερινή ζωή στις πλατείες, τους δρόμους και τα σοκάκια, χρησιμοποιώντας φιγούρες του απλού λαού, όπως γυναίκες, ζητιάνους, ταβερνιάρηδες, τσαγκάρηδες κλπ, φτωχό κόσμο σαν αυτό που ανάμεσά του γεννήθηκε ο Χριστός. Ιδιαίτερα σημαντική ήταν η προσθήκη ερειπίων ελληνικών και ρωμαϊκών ναών που υπογραμμίζει το θρίαμβο του χριστιανισμού, οικοδομημένο πάνω στα ερείπια του παγανισμού, σύμφωνα με μια εικονογραφία ήδη ριζωμένη στην ζωγραφική.
Εκείνη την εποχή η ναπολιτάνικη φάτνη θα ξεφύγει από τις εκκλησίες, όπου ήταν αντικείμενο θρησκευτικής ευλάβειας και θα εισέλθει στα μέγαρα της αριστοκρατίας. Ευγενείς και πλούσιοι έμποροι συναγωνίζονταν για να δημιουργήσουν ολοένα και περισσότερο εξεζητημένα και πλούσια σκηνικά. Η σκηνή μετατοπίζεται όλο και περισσότερο εκτός της Αγίας Οικογένειας και ενδιαφέρεται περισσότερο για κοσμικότερα αντικείμενα, όπως βοσκούς, πωλητές, Μάγους, ζώα. Διευρύνεται επίσης το σκηνικό και η φάτνη είναι απλώς ένα μικρό τμήμα του. Δεν αναπαριστάται πλέον μόνο το σπήλαιο αλλά και ο έξω κόσμος, όπου σε καθαρό στυλ μπαρόκ δημιουργούνται παραστάσεις από ταβέρνες με φαγητά, μανάβικα με καλάθια με φρούτα και λαχανικά κλπ και η σκηνή γίνεται πλούσια και τρομερά λεπτομερής.
Όλοι οι μεγάλοι γλύπτες του 18ου αιώνα ασχολήθηκαν με αυτή την τέχνη. Το απόγειο της άνθησης της τέχνης της κατασκευής φατνών της Γεννήσεως ήταν κατά την περίοδο της βασιλείας του Κάρολου Γ’ των Βουρβόνων, βασιλιά της Ισπανίας, Νάπολης και Σικελίας.
Ο ναός των Αγίων Κηρύκου και Ιουλίττας (Santi Quirico e Giulitta) βρίσκεται ακριβώς πίσω από την Αγορά του Καίσαρα. Στο εσωτερικό αυτής της διακοσμημένης σε στυλ μπαρόκ εκκλησίας, βρίσκεται η είσοδος που οδηγεί προς το κατώτερο επίπεδο, μεσαιωνικής εποχής, το οποίο φιλοξενεί το «μουσείο των φατνών». Μια επίσκεψη θα πρέπει μάλλον να προγραμματιστεί, καθώς το μουσείο ανοίγει μόνο για λίγες ώρες δύο φορές την εβδομάδα, εκτός βέβαια από την χριστουγεννιάτικη περίοδο, που είναι ανοιχτό πιο συχνά.
Το μουσείο ιδρύθηκε το 1967 και κατέχει περίπου 300 τ.μ. Συγκεντρώνει εκατοντάδες φάτνες, ορισμένες αρκετά εντυπωσιακές, σημαντικής ιστορικής και καλλιτεχνικής αξίας. Κατέχει επίσης και χιλιάδες κομμάτια από όλες τις περιφέρειες της Ιταλίας και από δεκάδες έθνη.
ΟΙ φάτνες που εκτίθενται αντιπροσωπεύουν τις καλύτερες φίρμες στον κλάδο και τα πιο διαδεδομένα υλικά είναι ο χαρτοπολτός του Λέτσε, η τερακότα της Σικελίας, το ξύλο, το κεραμικό, το γυαλί, το φίλντισι, η αμυγδαλόπαστα, το κάρβουνο κλπ. Μεταξύ των παλαιότερων κομματιών βρίσκεται μια σικελική φάτνη φτιαγμένη από μικρά κοχύλια (17ος αι.), ένα Θείο Βρέφος από ελεφαντόδοντο (17ος αι.), μια σειρά από αγάλματα της σχολής της Μπολόνια. Βρίσκεται επίσης μια μεγάλη ναπολιτάνικη φάτνη του 18ου αιώνα και διάφορα έργα της καταλανικής σχολής γύψου. Η είσοδος είναι ελεύθερη.
Βέβαια φάτνες δεν θα δούμε μόνο εδώ. Τριγυρίζοντας στο κέντρο της Ρώμης θα συναντήσουμε αρκετές άλλες και στο εσωτερικό των διάφορων εκκλησιών, κατά την συγκεκριμένη περίοδο, ενώ πάντα γίνονται εκθέσεις φατνών από όλο τον κόσμο.
Το μουσείο των φατνών της Γέννησης είναι ανοιχτό Τετάρτη και Σαβάτο 17-20 και βρίσκεται εδώ.
Leave A Comment