«Tiburtinam Villam mire exaedificavit, ita ut in ea et provinciarum et locorum celeberrima nomina inscriberet[…]»
«Κατασκεύασε με μεγάλη λαμπρότητα μια έπαυλη στο Τίβολι όπου αναπαρήχθησαν με τα ονόματά τους τα πιο φημισμένα μέρη των επαρχιών της αυτοκρατορίας[…]»(Historia Augusta, Vita Hadriani, XXVI, 5)
Η Έπαυλη του Αδριανού (Villa Adriana) στο Τίβολι της Ρώμης χτίστηκε μεταξύ 117 και 134 μ.Χ. από τον αυτοκράτορα Αδριανό (Publius Aelius Hadrianus) σαν αυτοκρατορική κατοικία του έξω από τη Ρώμη και είναι η πιο σημαντική και σύνθετη επιζώσα ρωμαϊκή έπαυλη, καθώς η έκτασή της ήταν περίπου ίση με αυτή της Πομπηίας (τουλάχιστον 120 εκτάρια, από τα οποία σήμερα είναι επισκέψιμα περίπου 40).
Θεωρείται το εκτενέστερο Ρωμαϊκό ανάκτορο όλων των εποχών, ανάλογο με το μεταγενέστερο Παλάτι των Βερσαλλιών. Ήταν ένα συγκρότημα με περισσότερα από 30 κτίρια, που κάλυπταν μια έκταση τουλάχιστον 1 km². Τα τελευταία χρόνια της βασιλείας του ο Αδριανός κυβερνούσε την αυτοκρατορία από την έπαυλη. Έτσι μια μεγάλη αυλή ζούσε εκεί μόνιμα. Η ταχυδρομική υπηρεσία την διατηρούσε σε επαφή με τη Ρώμη (28 χιλιόμετρα μακριά). Μετά τον Αδριανό η βίλα χρησιμοποιήθηκε από τους διάφορους διαδόχους του.
Ο Αδριανός δεν ήταν ο πρώτος αυτοκράτορας που θα χτίσει πολυτελή έπαυλη, είχαν ήδη προηγηθεί ο Ιούλιος Καίσαρας, ο Νέρωνας, ο Δομιτιανός και άλλοι.
Ήταν η εποχή που θριαμβεύει η εικονογραφία της εξουσίας, καλά καθορισμένη, που αφορούσε όχι μόνο τον τρόπο με τον οποίο ντύνονταν ή συμπεριφέρονταν ο αυτοκράτορας ή σε ποιες τελετές λάμβανε μέρος, αλλά περιλάμβανε και το περιβάλλον και τα οικήματα όπου ζούσε.
Σε αυτές τις αυτοκρατορικές κατοικίες η πολυτέλεια ήταν έκφραση της δύναμης και η Έπαυλη του Αδριανού είναι ένα από τα καλύτερα δείγματα αυτής της αντίληψης. Η έκτασή της μιλάει από μόνη της, μαζί με την πολυπλοκότητά της, τον μεγάλο αριθμό των διαφορετικών επιπέδων, τα παράδοξα σχήματα και τα υπέροχα κτίρια. Και, πάνω από όλα, εδώ η δύναμη εκφράζεται με το μεγαλείο των διακοσμήσεων, με τα πολύτιμα μάρμαρα που μεταφέρθηκαν από τα λατομεία όλης της Μεσογείου, με τα αγάλματα, τα διαζώματα, τις τοιχογραφίες και τα ψηφιδωτά, τους κλειστούς κήπους, τις τεράστιες τεχνητές πλατείες και λίμνες.
Εντάχθηκε στα Μνημεία Παγκόσμιας Κληρονομιάς της ΟΥΝΕΣΚΟ το 1999 και αν και είναι γνωστή και ανασκάφτηκε για περισσότερα από πεντακόσια χρόνια, στην ουσία παραμένει σε μεγάλο βαθμό άγνωστη. Βέβαια όταν μιλάμε για «ανασκαφές» περασμένων αιώνων, κυριολεκτικά μιλάμε για πλιάτσικο και καταστροφές.
Η Έπαυλη επέζησε μέχρι την ύστερη αρχαιότητα, λεηλατήθηκε από τον Τοτίλα βασιλιά των Οστρογότθων και περιέπεσε σε λήθη για αιώνες, κατά τους οποίους μεταβλήθηκε σε λατομείο τούβλων και μαρμάρων για την κοντινή πόλη του Τίβολι, σημαντική αρχιεπισκοπική έδρα. Στο τέλος του 15ου αιώνα αναγνωρίστηκε σαν την έπαυλη του αυτοκράτορα Αδριανού για την οποία μιλάει η Historia Augusta, και την ίδια περίοδο ο πάπας Αλέξανδρος ΣΤ’ Βοργίας άρχισε τις πρώτες ανασκαφές, κατά τις οποίες ανακαλύφθηκαν τα αγάλματα των Μουσών που βρίσκονται σήμερα στο Μουσείο Πράντο της Μαδρίτης.
Από τον 16ο αιώνα η Έπαυλη θα υποστεί συνεχώς ανασκαφές για την ανακάλυψη θησαυρών – κυρίως γλυπτών και ψηφιδωτών – που θα πλουτίσουν τις ιδιωτικές συλλογές αρχαιοτήτων, καταρχήν αυτές των παπών και καρδιναλίων και στην συνέχεια αυτές των ευγενών οικογενειών της Ρώμης και της Ευρώπης, ειδικά από την Μ.Βρετανία.
Οι πρώτες εκτεταμένες ανασκαφές χρονολογούνται στα μέσα του 16ου αιώνα, από τον Ιππόλιτο Ντ΄ Έστε, γιο της Λουκρητίας Βοργίας, κυβερνήτη του Τίβολι. Αναρίθμητοι θησαυροί θα χρησιμοποιηθούν για την κατασκευή και διακόσμηση της έπαυλης του, Villa D’Este.
Τον 17° αιώνα στην Έπαυλη του Αδριανού θα εργαστούν μυριάδες μικροί ιδιώτες ανασκαφείς ενώ κατά τον 18ο αιώνα ο νέος ιδιοκτήτης, κόμης Φέντε, θα εντείνει τις ανασκαφές, ψάχνοντας για νέα αγάλματα για τη συλλογή του, η οποία θα διασκορπιστεί μετά τον θάνατό του. Αυτή την περίοδο η Έπαυλη του Αδριανού θα γίνει ένας απαραίτητος και σημαντικός σταθμός του Γκραντ Τουρ των νεαρών Ευρωπαίων ευγενών, οι οποίοι ήταν πρόθυμοι να δαπανήσουν οποιοδήποτε ποσό, ώστε να επιδείξουν στα μέγαρά τους αγάλματα και αγγεία από την Έπαυλη, σαν τρόπαια των ταξιδιών τους. Ιδιαίτερα ενεργός ήταν ο Gavin Hamilton, Άγγλος αντικέρ και έμπορος έργων τέχνης.
Μόνο τον 19ο αιώνα, μετά από πολλές αλλαγές ιδιοκτησίας, η Έπαυλη του Αδριανού θα αγοραστεί εν μέρει από το Βασίλειο της Ιταλίας, το οποίο ξεκίνησε ένα πρώτο έργο αποκατάστασης.
Στην Έπαυλη δεν έχει γίνει ποτέ μια στρωματογραφική ανασκαφή, παρά μόνο ανασκαφές πάντα προς αναζήτηση θησαυρών, ή – πιο πρόσφατα – περιορισμένες έρευνες ή μεγάλες χωματουργικές εργασίες καθαρισμού. Δεν γνωρίζουμε τίποτε για τα υλικά που βρέθηκαν, αγνοούνται τα στάδια της παρακμής και της εγκατάλειψης. Τα περισσότερα από τα αγάλματα και ψηφιδωτά που βρέθηκαν ανήκουν μεν στην Έπαυλη αλλά σπάνια γνωρίζεται η ακριβής τοποθεσία εύρεσης τους. Άλλα ευρήματα για τα οποία γνωρίζεται η ύπαρξη εξαφανίστηκαν χωρίς να αφήσουν ίχνη.
Υπήρχε ένας περιορισμένος αριθμός οδών πρόσβασης που αδιάκοπα ελέγχονταν αυστηρά. Ψηλοί τοίχοι εμπόδιζαν την πρόσβαση στα κτίρια ενώ από τον βορρά το μακρύ και ψηλό τείχος της Ποικίλης Αγοράς λειτουργούσε σαν εμπόδιο. Στο εσωτερικό της έπαυλης υπήρχε επίσης μαι σειρά υποχρεωτικών περασμάτων και σημείων εισόδου που συνέδεαν τα διάφορα επίπεδα και τομείς. Αυτά τα σημεία διαιρούσαν και διαχώριζαν την έπαυλη σε ένα δημόσιο τμήμα και σε ένα ιδιωτικό. Ανάλογα με την μεγαλοπρέπεια των κτισμάτων και την διακόσμησή τους διακρίνονται επίσης τρία ιεραρχικά επίπεδα: τα αυτοκρατορικά διαμερίσματα, το τμήμα αφιερωμένο στους μέσους αξιωματούχους και υπαλλήλους και τέλος η συνοικία των υπηρετών και δούλων. Υπόγειες υπόγειες στοές σε σχήμα τραπεζίου που επέτρεπαν την μεταφορά των υπηρετών και αγαθών από την μια περιοχή στην άλλη, χωρίς να ενοχλούν το βλέμμα του αυτοκράτορα.
Μετά από αιώνες μεθοδικής λεηλασίας ελάχιστα τεκμήρια επέζησαν από την πολυτελή διακόσμηση της έπαυλης. Ως αποτέλεσμα, σήμερα η επισκέπτης δεν μπορεί να συνειδητοποιήσει πως η έπαυλη ήταν σχεδόν εξ ολοκλήρου στρωμένη με υπέροχα μαρμάρινα δάπεδα, μέσα και έξω από τα κτίρια και ότι οι τοίχοι ήταν εντελώς καλυμμένοι με μαρμάρινες πλάκες που έφταναν μέχρι την οροφή.
Τα ερείπια της έπαυλης, ακόμη εντυπωσιακά, μετά από σχεδόν δύο χιλιετίες, συνάρπασαν τους αρχιτέκτονες και καλλιτέχνες όλων των εποχών, οι οποίοι πήγαν εκεί προς αναζήτηση έμπνευσης, για να αντιγράψουν τα σχήματα ή για να καταλάβουν το μυστικό μιας τέτοιας τεχνικής αρτιότητας. Την επισκέφθηκαν ο Ραφαήλ, ο Μιχαήλ Άγγελος, ο Λεονάρντο, όπως και ο Μπορομίνι, ο Πιρανέζι, ο Κανόβα και ο Κουαρέγκι, μετέπειτα αρχιτέκτονας της Μεγάλης Αικατερίνης. Ο μεγάλος αριθμός διακεκριμένων επισκεπτών φανερώνει πως η Έπαυλη του Αδριανού δεν ήταν μόνο ένα από υψηλότερα δείγματα ρωμαϊκής αρχιτεκτονικής, αλλά και πρότυπο και αρχέτυπο της μεγάλης αρχιτεκτονικής της Αναγέννησης.
Το μεγαλείο και η διάρθρωση των κτιρίων αντανακλά τις ιδέες του αυτοκράτορα στον τομέα της αρχιτεκτονικής. Η Έπαυλη περιλάμβανε κατοικίες, λουτρά, νυμφαία, περίπτερα, βιβλιοθήκες, θέατρα, ιερά, γυμναστήρια, κήπους και πισίνες που εναλλάσσονταν σύμφωνα με μια αρκετά ασυνήθιστη κατανομή που δεν αντικατοπτρίζει τη συνήθη ακολουθία που συναντάμε στα domus και στις ρωμαϊκές επαύλεις, ούτε καν στις αυτοκρατορικές. Λέγεται πως ο Αδριανός ήθελε να κατασκευάσει μινιατούρες φημισμένων κτηρίων και μνημείων που τον είχαν εντυπωσιάσει, κατά τη διάρκεια των ταξιδιών του στις επαρχίες της αυτοκρατορίας. Στην πραγματικότητα τα κτίρια της έπαυλης παρουσιάζουν τις πιο εντυπωσιακές καινοτομίες της ρωμαϊκής αρχιτεκτονικής της εποχής, για αυτό τον λόγο οι αναπαραστάσεις των μνημείων της Ελλάδας και την Αιγύπτου του Αδριανού πρέπει να κατανοηθούν σαν υποβλητικές ερμηνεύσεις, παρά σαν πραγματικές αναπαραστάσεις.
Τα κυριότερα κτίσματα είναι τα παρακάτω:
Ποικίλη Στοά
Η Ποικίλη Στοά ήταν μια ανακατασκευή της Ποικίλης Στοάς της Αθήνας, πολιτικό και πολιτιστικό κέντρο της Αθήνας, της αγαπημένης πόλης του Αδριανού κατά τη διάρκεια των πολλών ταξιδιών του. Ήταν μια τεράστια περίστυλη τετράπλευρη πλατεία, διακοσμημένη στη μέση με μια μεγάλη τεχνητή λίμνη, που περιβάλλονταν από στοά. Έχει επιζήσει μόνο η πισίνα και το βόρειο τείχος, ύψους 9 μέτρων.
Αντινόειον
Το 2003 ήρθαν στο φως τα ερείπια αυτού που αναγνωρίστηκε σαν τόπος λατρείας του Αντίνοου, εραστή του αυτοκράτορα που θεοποιήθηκε από τον Αδριανό μετά τον πρόωρο θάνατό του στον Νείλο το 130 μ.Χ. Υπήρχαν δύο ναοί στο εσωτερικό ενός ιερού περιβόλου. Στη μέση, ανάμεσα στους δύο ναούς υπάρχει η βάση του οβελίσκου που πρόσφατα ταυτίστηκε με τον Οβελίσκο του Πίντσιο.
Στο βάθος διακρίνονται τα μικρά διαμερίσματα των υπηρετών της έπαυλης.
Hospitalia
Πρόκειται για κτίρια προορισμένα για το προσωπικό μεσαίας τάξης που ανήκε στην Αυλή (π.χ. πραιτοριανοί, ιερείς).Το συγκρότημα Hospitalia (ή Ξενώνας) αποτελείται από ένα μεγάλο διάδρομο που καλύπτεται με λευκό ψηφιδωτό, στο οποίο ανοίγει μια διπλή σειρά υπνοδωματίων (cubicola), το καθένα εφοδιασμένο με τρία κρεβάτια.
Ναυτικό Θέατρο
Είναι ένα από τα πιο γνωστά και αντιπροσωπευτικά μνημεία της έπαυλης, σύμβολο της μοναδικότητας και του πρωτοποριακού σχεδιασμού της αρχιτεκτονικής ολόκληρου του συγκροτήματος. Αποτελείται από ένα κυκλικό πρόστοο, στο εσωτερικό του οποίου υπήρχε μια δακτυλιόσχημη πισίνα με μια κεντρική νησίδα. Η νησίδα ήταν προσβάσιμη διαμέσου δύο περιστρεφόμενων ξύλινων γεφυρών και το συναίσθημα, ακόμα και σήμερα, είναι πως ήταν ένας τόπος γαλήνης, ένα καταφύγιο. Είναι ένα από τα πρώτα κτίρια της έπαυλης.
Κάνωπος και Σεραπείο
Ένα από τα εντυπωσιακότερα και καλύτερα διατηρημένα μέρη της Έπαυλης. Πρόκειται για μια πισίνα και ένα τεχνητό σπήλαιο, που ονομάζονταν Κάνωπος και Σεραπείο αντίστοιχα. Αναπαριστάται ένα βραχίονας του ποταμού Νείλου στο Δέλτα του, στο οποίο βρίσκονταν η πόλη Κάνωπος και ένας φημισμένος ναός αφιερωμένος στον Σέραπις. Θα πρέπει μάλλον να ερμηνευθεί σαν μια ελεύθερη αναπαράσταση ενός εξωτικού περιβάλλοντος του Νείλου, που μόνο αμυδρά απεικόνιζε τον κανωπικό βραχίονα του ποταμού.
Το μεγάλο ημικυκλικό τεχνητό σπήλαιο παρουσιάζει το αυτοκρατορικό τρικλίνιο, στο εσωτερικό του οποίου βρίσκονταν το stibadium (στιβάδιο), η κλίνη.
Το συγκρότημα ήταν ένας μεγάλος χώρος για υπαίθρια συμπόσια. Το στιβάδιο ήταν καλυμμένο με χαλιά και μαξιλάρια και οι θαμώνες ευφραίνονταν με την θέα του νερού που έτρεχε από καταρράκτες, κανάλια και συντριβάνια. Την θέα συμπλήρωναν μωσαϊκά και γλυπτά που εν μέρει αναδύονταν από το νερό. Πολλά από αυτά τα γλυπτά βρέθηκαν σε ανασκαφές που έκαναν μοναχοί και σήμερα βρίσκονται στα Μουσεία του Βατικανού.
Βιβλιοθήκες
Πρόκειται για δύο κτίρια που παραδοσιακά ονομάζονται Ελληνική και Λατινική Βιβλιοθήκη. Τα δύο κτίρια είχαν την κύρια πρόσοψη σε έναν κήπο στον οποίο βρίσκονταν ένα μεγάλο σιντριβάνι. Η «Ελληνική Βιβλιοθήκη» διέθετε τρεις ορόφους, από τους οποίους ο τελευταίος είχε θέρμανση. Έχουν δοθεί διάφορες ερμηνείες για την φύση των δύο κτιρίων: Έχουν αναγνωριστεί σαν βιβλιοθήκες λόγω της παρουσίας κογχών, σαν καλοκαιρινά τρίκλινα λόγω του προσανατολισμού τους προς το βορρά και θέα στον κήπο, ή, πιο πρόσφατα, σαν μνημειακή είσοδο στα ανάκτορα.
Στρατώνας
Χρυσή Πλατεία
Η σύγχρονη ονομασία είναι ενδεικτική της πλούσιας αρχιτεκτονικής και γλυπτικής διακόσμησης του συγκροτήματος, το οποίο για το λόγο αυτό απογυμνώθηκε συστηματικά από όλα τα πολύτιμα στοιχεία του.
Διαθέτει ένα μεγάλο κεντρικό κήπο ο οποίος διασχίζεται κατά μήκος από μια μακρυά ορθογώνια πισίνα και περιβάλλεται από ένα μεγαλοπρεπές πρόπυλο με κίονες. Η φύση των χώρων, η παρουσία παιχνιδιών νερού, η αποκλειστική χρήση μαρμάρου για όλα τα δάπεδα, η εκτεταμένη επένδυση των τοίχων με μάρμαρα και μωσαϊκά, επιβεβαιώνουν την υπόθεση ότι αυτή η περιοχή της έπαυλης, αν και σε απομονωμένη θέση, ήταν στενά συνδεδεμένη με τις δημόσιες λειτουργίες του παλατιού.
Μικρά Λουτρά
Παρά το όνομα, τα μικρά Λουτρά ήταν ένα από τα πιο πολυτελή κτίρια της έπαυλης. Ήταν εξαιρετικά διακοσμημένα με μια μεγάλη ποικιλία μαρμάρων και παρουσίαζαν έναν πλούτο αρχιτεκτονικών λύσεων με τρούλους και εναλλαγές καμπύλων και επίπεδων επιφανειών. Όλοι οι χώροι θερμαίνονταν. Είναι σχεδόν σίγουρο πως συνδέονταν με το παλάτι για αποκλειστική χρήση του αυτοκράτορα και της οικογένειάς του.
Μεγάλα Λουτρά
Οφείλουν την ονομασία τους στο μέγεθος του κάθε χώρου και στην έκταση που καταλάμβαναν σε σχέση με άλλα λουτρά τη έπαυλης. Και σε αυτό το συγκρότημα είναι αξιοσημείωτη η ποικιλία των αρχιτεκτονικών προτάσεων. Δεν παρουσιάζουν την ίδια διακόσμηση με τα κτίρια που προορίζονταν για τον αυτοκράτορα. Τα διατηρημένα σε μεγάλο βαθμό δάπεδα είναι από άσπρο μωσαϊκό και οι τοίχοι ήταν καλυμμένοι με γύψο και όχι με μάρμαρο, χαρακτηριστικό που υποδηλώνει πως αυτά τα λουτρά ήταν προορισμένα για το προσωπικό της έπαυλης.
Κτίριο με ενυδρείο
Το κτίριο αποτελείται από δύο συνεχόμενα σώματα, εκτείνεται σε τρία επίπεδα που συνδέονται με σκάλες. Το κύριο χαρακτηριστικό της δομής είναι πως σχεδόν όλα τα δωμάτια στον πάνω όροφο ήταν εφοδιασμένα με suspensurae (μικροί πυλώνες που πάνω τους στέκεται το δάπεδο και στο εσωτερικό τους κυκλοφορεί ζεστός αέρας). Λόγω αυτού του χαρακτηριστικού θα πάρει το όνομα των Χειμερινών Ανακτόρων.
Λαμβάνοντας υπόψη την δεσπόζουσα θέση του κτιρίου σε σχέση με τα γειτνιάζοντα, την κεντρική θέση μέσα στην έπαυλη και την πλούσια διακόσμηση των τοίχων και των δαπέδων με μάρμαρο, είναι πιθανό ότι εδώ ήταν η πραγματική κατοικία του αυτοκράτορα, που μπορούσε να χρησιμοποιήσει ακόμα και το χειμώνα.
Αν και λεηλατήθηκε και καταστράφηκε και σήμερα επιζεί μόνο ο τοίχος μιας πτέρυγας, εξακολουθεί προκαλεί δέος το μεγαλείο του χώρου, ειδικά το μεγάλο δωμάτιο που πιθανώς χρησιμοποιούνταν για δεξιώσεις και τελετές κατά τη χειμερινή περίοδο, από το οποίο υπήρχε θέα προς την Ποικίλη Στοά και την ύπαιθρο, προς τη Ρώμη.
Πίσω από την κατοικημένη περιοχή υπάρχει το Εκτροφείο, μια μεγάλη ορθογώνια πισίνα τριγυρισμένη από μια σειρά αγαλμάτων, όπως υποδεικνύεται από τις κόγχες που βρίσκονται σε τακτά διαστήματα.
Κτίριο των δωρικών πεσσών
Στο εσωτερικό του μεγάλου συγκροτήματος του παλατιού το λεγόμενο «κτίριο των δωρικών πεσσών» είναι ένα από τα τρία τμήματα τα οποία συνέθεταν τον χώρο που χρησίμευε σαν μεγάλη αίθουσα αναμονής για τους αξιωματούχους που περίμεναν ακρόαση από τον αυτοκράτορα. Ένα περιστύλιο στήριζε μια θολωτή οροφή. Φάνταζε σαν αστική βασιλική και μέχρι πρότινος πιστεύονταν πως φιλοξενούσε τον θρόνο του Αδριανού, θεωρία που αργότερα απορρίφθηκε.
Φυσικά τα ονόματα των τμημάτων της Έπαυλης που χρησιμοποιούνται σήμερα είναι προϊόν φαντασίας μεταγενέστερων αρχαιολόγων, είναι άγνωστα τα αυθεντικά τους ονόματα. Ελάχιστα στοιχεία από την Έπαυλη του Αδριανού κατάφεραν να φτάσουν μέχρι τις μέρες μας, στην συντριπτική τους πλειοψηφία πρόκειται για ερείπια και γυμνά τμήματα τειχών. Τα παρακάτω βίντεο μιας μελέτης του πανεπιστημίου της Βιρτζίνια περιέχουν μια ψηφιακή αναπαράσταση της Έπαυλης, όπως ήταν την εποχή του Αδριανού.
Η Έπαυλη του Αδριανού βρίσκεται εδώ.
Leave A Comment