Η Κρήνη του Αχθοφόρου (Fontana del Facchino – Φοντάνα ντελ Φακίνο) είναι μια κρήνη που αναπαριστά μια ανδρική μορφή, με το πρόσωπο σχεδόν ολοκληρωτικά κατεστραμμένο, που ρίχνει νερό από ένα βαρέλι. Είναι το νεώτερο από τα ομιλούντα αγάλματα της Ρώμης.

 Χρονολογείται στο 1580, χρονιά που ανατέθηκε η κατασκευή του στον Jacopo Del Conte, από την συντεχνία των νερουλάδων (νεροκουβαλητών). Ορισμένοι το θεωρούν έργο του Μιχαήλ Άγγελου. Αναπαριστά έναν νερουλά, μορφή που μέχρι το τέλος του 16ου αιώνα (όταν πλέον οι πάπες θα αποκαταστήσουν τα υδραγωγεία), έπαιρναν νερό από τις δημόσιες βρύσες και το πουλούσαν από σπίτι σε σπίτι. Διάφοροι υποστηρίζουν πως πρόκειται απλώς για έναν αχθοφόρο (εξού και το όνομα της κρήνης), καθώς μέχρι την τελευταία μετακίνησή της υπήρχε και η σχετική επιγραφή στα λατινικά που έλεγε: «Στον Αμπόντιο Ρίτσιο, στεμμένο [αχθοφόρο] στο δημόσιο λιθόστρωτο, ικανότατο αχθοφόρο. Κουβαλούσε όσο βάρος ήθελε, έζησε όσο μπόρεσε, αλλά μια μέρα, κουβαλώντας ένα βαρέλι κρασί στον ώμο του και άλλο ένα μέσα του, παρά τη θέλησή του, πέθανε

Fontana del Facchino

Αυτοί οι νεροκουβαλητές συνήθιζαν να πηγαίνουν την νύχτα για να γεμίσουν τα βαρέλια τους νερό, συχνά από την Φοντάνα ντι Τρέβι που είχε ακόμη την παλιά της μορφή, για να μπορέσουν την επόμενη ημέρα να το πουλήσουν στους δρόμους και στα σπίτια έναντι μικρής αμοιβής,  γλυτώνοντας έτσι τον κόσμο από την κούραση και την ταλαιπωρία για τον ανεφοδιασμό του νερού. Γέμιζαν τα βαρέλια τους την νύχτα για να αποφύγουν  να πληρώσουν τον φόρο για το νερό. Πράγματι, κατά τον 16° αιώνα υπήρχε νόμος που επέβαλε φόρο σε όσους νεροκουβαλητές έπαιρναν νερό από τις δημόσιες κρήνες, καθώς και στα ζώα τους.

Αυτό μας κάνει να καταλάβουμε πώς οι κάτοικοι είχαν ανάγκη από νερό, παρά τις αναρίθμητες κρήνες που υπήρχαν στη Ρώμη. Η ανάγκη αυτή εξηγείται από ένα ιστορικό γεγονός: όταν οι Γότθοι το 537 απέτυχαν να κατακτήσουν την πόλη (την άμυνα της οποίας είχε αναλάβει ο βυζαντινός στρατηγός Βελισάριος) κατέστρεψαν όλα τα υδραγωγεία. Αργότερα οι αρχές προσπάθησαν να επανενεργοποιήσουν ορισμένα τμήματα και σωληνώσεις, αλλά αποδείχθηκε  ανεπαρκές και ως εκ τούτου οι κάτοικοι, για να πιούν και να πλυθούν, έπρεπε να χρησιμοποιούν το νερό του Τίβερη ή να επωφεληθούν από τις λίγες κρήνες από τις οποίες έτρεχε νερό. Έτσι λοιπόν θα γεννηθεί το επάγγελμα του νερουλά (acquarolo). Αυτό το επάγγελμα κράτησε μέχρι το 1590. Ήδη από ορισμένα χρόνια πριν είχε αρχίσει να εξαφανίζεται, δεδομένης της νέας αφθονίας του νερού που επικράτησε στην Ρώμη, ύστερα από τα έργα του πάπα Γρηγορίου ΙΓ’ (1572-1585).

Όπως και τα άλλα ομιλούντα αγάλματα της Ρώμης, ήταν η “φωνή” των διαφόρων που με καυστική και συχνά ασεβή σάτιρα, παραμένοντας στην ανωνυμία, έβαζαν σαν στόχο τα πιο σημαντικά δημόσια πρόσωπα της Ρώμης, αναρτώντας στιχάκια και κείμενα στο άγαλμα.

Η κρήνη βρίσκεται εδώ.