Στη Ρώμη οι αιώνες κυλούν αλλά ορισμένες παραδόσεις, ειδικά αν σχετίζονται με το θάνατο, δεν πεθαίνουν ποτέ.
Στην Ιταλία ο Νοέμβριος είναι αφιερωμένος στις ψυχές των νεκρών. Η πιο σημαντική ημέρα είναι η 2α Νοεμβρίου· τότε γίνονται λειτουργίες και ο κόσμος επισκέπτεται τα κοιμητήρια και τα μνήματα των συγγενών και φίλων. Αργά το απόγευμα αυτής της ημέρας, στην νήσο Τιβερίνη γίνεται μια ιδιαίτερη λιτανεία, άγνωστη για πολλούς, που χρονολογείται από το 1760.
Τότε θα ιδρυθεί η αδελφότητα με το μακροσκελές όνομα «Αδελφότητα των πιστών του Ιησού Χριστού στον Γολγοθά και της Παναγίας της Τεθλιμμένης» πιο γνωστή σαν «οι Κόκκινοι Μανδύες» (Sacconi Rossi), με έδρα το προσευχητήριό τους, στην νήσο Τιβερίνη.
Η Αδελφότητα είχε σαν σκοπό την προσευχή για τις ψυχές των νεκρών του Καθαρτηρίου, ενώ παράλληλα εκτελούσε και μια άλλη δραστηριότητα, πιο σημαντική: Τα μέλη της, ντυμένα με ένα χαρακτηριστικό κόκκινο μανδύα με κουκούλα, περπατούσαν τις νύχτες, με δάδες στα χέρια, κατά μήκος του Τίβερη, ψάχνοντας για σώματα πνιγμένων που ξέβραζε το ποτάμι στις όχθες του. Όσα πτώματα δεν ζητιούνταν από συγγενείς ή ήταν αγνώστου ταυτότητας (συχνές περιπτώσεις εκείνες τις εποχές), μεταφέρονταν στο προσευχητήριο και θάβονταν στο παρακείμενο υπόγειο νεκροταφείο. Δεν γίνονταν όμως μια απλή ταφή. Με ένα μακάβριο γούστο, σχεδόν μπαρόκ, τα μέλη τοποθετούσαν τα οστά με τέτοιο τρόπο ώστε να σχηματίζουν διακοσμητικά συμπλέγματα. Ανάλογα και πιο σύνθετα παραδείγματα του είδους μπορούμε να δούμε σήμερα στην Κρύπτη των Καπουκίνων, για την οποία έχουμε αναφερθεί ξεχωριστά.
Το νόημα αυτής της μακάβριας συνήθειας πηγαίνει πέρα από το απλό καλλιτεχνικό γούστο· έχουμε να κάνουμε με το vanitas, την προειδοποίηση για την παροδικότητα της επίγειας ζωής που είναι καταδικασμένη, όπως και ο σκελετός, σε πτώση και αποσύνθεση.
Για αυτές τις σωρούς οι «Κόκκινοι Μανδύες» τελούσαν νεκρώσιμες ακολουθίες και μνημόσυνα στο προσευχητήριό τους, το οποίο με την πάροδο του χρόνου διακοσμήθηκε με μακάβριο τρόπο από τα οστά και τμήματα σκελετών, μέχρι που μεταβλήθηκε σε πραγματικό οστεοφυλάκιο. Κατά την διάρκεια του χειμώνα η πρόσβαση στο υπόγειο νεκροταφείο, το οποίο βρίσκονταν περίπου στο επίπεδο του ποταμού, ήταν συχνά ανέφικτη, καθώς σε κάθε πλημμύρα καλύπτονταν πλήρως από το νερό, με αποτέλεσμα τα οστά να μετακινούνται από την μία μεριά στην άλλη. Εξαίρεση αποτελούσαν οι κρεμασμένοι από την οροφή πολυέλαιοι, φτιαγμένοι από τα οστά των νεκρών.
Το 1836, λόγω μιας επιδημίας χολέρας, ο Πάπας Γρηγόριος ΙΣΤ’ αναγκάστηκε να απαγορεύσει την ταφή στις εκκλησίες και στα προσευχητήρια και διέταξε την ταφή όλων των νεκρών της πόλης της Ρώμης στο Βεράνο, το νέο νεκροταφείο που άνοιξε εκείνο το έτος. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να μην χρησιμοποιηθεί πλέον το μικρό υπόγειο νεκροταφείο και η ίδια η Αδελφότητα έχασε τη σημασία της.
Το 1849, με την πτώση της Ρωμαϊκής Δημοκρατίας, οι Γάλλοι κατέλαβαν τμήμα του κτιρίου, αρπάζοντας από το προσευχητήριο στολίδια, έπιπλα και ό,τι άλλο πολύτιμο βρήκαν. Η αδελφότητα δεν πτοήθηκε και ένα χρόνο αργότερα, με τη βοήθεια του Πάπα Πίου Θ’ ήταν σε θέση να ξαναρχίσει την δράση της, ανακτώντας ξανά την χρήση του νεκροταφείου.
Η δραστηριότητα θα πάψει οριστικά το 1870, όταν με την ένωση με την Ιταλία, οι υγειονομικές αρχές θα απαγορεύσουν οριστικά την ταφή των νεκρών εκτός των νεκροταφείων και έτσι τα μέλη της αδελφότητας θα πάψουν να τάφονται και αυτά στην υπόγεια κρύπτη.
Σήμερα η κρύπτη και το προσευχητήριο βρίσκονται υπό τον έλεγχο του ηγούμενου του παρακείμενου Νοσοκομείου Fatebenefratelli, στην νήσο Τιβερίνη. Σαν ανάμνηση της ύπαρξης και της δραστηριότητας της Αδελφότητας, έχει αποκατασταθεί η τελετή που πραγματοποιούνταν για την ανάπαυση των ψυχών των πνιγμένων. Στις 2 Νοεμβρίου, την ημέρα του εορτασμού των νεκρών, “μυστηριώδεις” αδελφοί με κόκκινους μανδύες, ξαναπερπατούν την διαδρομή που αιώνες πριν, οδηγούσε τους προκατόχους τους στις όχθες του Τίβερη. Η πομπή, φωτισμένη με δάδες και κεριά, ολοκληρώνεται με το συνήθη τελετουργικό: Ρίχνεται ένα λουλούδινο στεφάνι στον Τίβερη στη μνήμη όλων των πνιγμένων (στους οποίους κινδυνεύουν να προστεθούν και όσοι θεατές, προσπαθώντας να δουν καλύτερα την τελετή, σπρώχνουν ο ένας τον άλλο) και ακολουθεί η κατάβαση στο μικρό υπόγειο νεκροταφείο και το μνημόσυνο για τα οστά των νεκρών.
Το υπόγειο νεκροταφείο ανοίγει για το κοινό μόνο μία φορά τον χρόνο, στις 2 Νοεμβρίου και μόνο για ένα σύντομο χρονικό διάστημα, κατά το μνημόσυνο. Η ατμόσφαιρα είναι υγρή, ζεστή και ελαφρά αποπνικτική. Αποτελείται από δύο παράλληλα στενόμακρα δωμάτια, τα οποία χωρίζονται από έναν τοίχο.
Στο βάθος του πρώτου δωματίου στέκεται ξαπλωμένος ένας σκελετός, ντυμένος με έναν κόκκινο μανδύα της Αδελφότητας, ενώ στο βάθος του δεύτερου, ένα Άγιο Βήμα με σταυρό. Αριστερά και δεξιά του κάθε δωματίου, πάνω σε πεζούλια, βρίσκονται τοποθετημένα τα οστά των νεκρών, ενώ οι τοίχοι διαθέτουν δεκάδες κόγχες που φιλοξενούν κρανία. Το λιγοστό φως παρέχεται από τους αδύναμους λαμπτήρες και τα δεκάδες κεριά.
Σίγουρα πρόκειται για έναν ιδιαίτερο χώρο που δεν συστήνεται σε όσους εντυπωσιάζονται εύκολα. Τέτοιου είδους νεκροταφεία υπάρχουν και αλλού στην Ιταλία. Εκτός από την Κρύπτη των Καπουκίνων στην Ρώμη που αναφέραμε παραπάνω, άλλα παρόμοια είναι το κοιμητήριο των Καπουκίνων στο Παλέρμο (τρομερά εντυπωσιακό και μακάβριο), και το κοιμητήριο Fontanelle στην Νάπολη.
Leave A Comment