Ίσως το πιο γνωστό σήμα κατατεθέν της Ρώμης, μαζί με το Κολοσσαίο, είναι ο θόλος της βασιλικής του Αγίου Πέτρου. Και δικαιολογημένα άλλωστε. Στέκεται εκεί παραπάνω από 400 χρόνια, έχοντας αποκτήσει μια υπερχρονική διάσταση, κάποτε έμβλημα της παπικής ισχύος και της δυτικής αρχιτεκτονικής, φάρος για τους προσκυνητές, σήμερα σύμβολο του Βατικανού και της πόλης.
Είναι ένα από τα μεγαλύτερα έργα επικάλυψης σε τοιχοποιία που κατασκευάστηκαν ποτέ. Έχει εσωτερική διάμετρο περίπου 42 μέτρων και προσδίδει στην βασιλική ένα ύψος, από τη βάση μέχρι την κορυφή του φανού, 130 μέτρων. Οι γραμμές του, έκφραση του περάσματος από την Αναγέννηση στην εποχή του μπαρόκ, αντανακλούν σε μεγάλο βαθμό το σχεδιασμό του Μιχαήλ Αγγέλου, ο οποίος εργάστηκε μέχρι το θάνατό του, το 1564. Το σχέδιο του Μιχαήλ Άγγελου θα το υλοποιήσει με κάποιες παραλλαγές ο Τζιάκομο ντέλα Πόρτα.
Η αλήθεια είναι πως κατά την πολυαίωνη κατασκευή της βασιλικής είχαν παρουσιαστεί διάφορα σχέδια για τον θόλο, καθένα από αυτά γέννημα του υπεύθυνου αρχιτέκτονα του εργοταξίου και σύγχρονο της κάθε εποχής. Όλα ακολουθούσαν τον «κλασικό» μέχρι τότε τρόπο κατασκευής, δηλαδή είτε την χρήση εσωτερικών νεύρων που στήριζαν την κατασκευή, είτε μειώνοντας σταδιακά το πάχος, όπως στο ρωμαϊκό Πάνθεον. Ο Μιχαήλ Άγγελος θα επηρεαστεί από τον θόλο που κατασκεύασε ο Μπρουνελέσκι στον καθεδρικό ναό της Φλωρεντίας. Η πρωτοποριακή τεχνική για την εποχή χαρακτηρίζονταν από την κατασκευή δύο θόλων, ενός εσωτερικού, πιο παχύ, και ενός εξωτερικού, πιο λεπτού, που προστάτευε τον πρώτο. Τεράστια σημασία είχαν οι σωστοί υπολογισμοί, καθώς η πελώρια και βαρύτατη κατασκευή στηρίζονταν μόνη της, χωρίς εξωτερικά αντερείσματα ή εσωτερικές δοκούς. Η τόλμη αυτών των κατασκευαστών του 16ου αι. υπογραμμίζεται από το γεγονός πως μέχρι τότε τα πρωτεία της μεγαλύτερης διαμέτρου κατέχονταν από τον θόλο του Πάνθεον (27 π.Χ.), με μια διάμετρο 43,3 μ. Το ρεκόρ θα καταρριφθεί μόνο ύστερα από 16 αιώνες, από τον θόλο του Μπρουνελέσκι (45 μ), ο οποίος είναι ο μεγαλύτερος, ενώ ο θόλος του Αγίου Πέτρου θα φτάσει τα 42 μ., παραμένοντας ο δεύτερος στην Ρώμη, μετά το Πάνθεον.
Ο Μιχαήλ Άγγελος θα σχεδιάσει αρκετές φορές τον μελλοντικό θόλο μέχρι να κατασταλάξει σε μια τελική μορφή, την οποία θα αποτυπώσει σε ένα πρόπλασμα από πηλό και στην συνέχεια κατασκευάζοντας ένα ξύλινο ομοίωμα σε κλίμακα. Αυτό το τελευταίο σώζεται μέχρι σήμερα στα μουσεία του Βατικανού. Δεν θα προλάβει όμως να πραγματοποιήσει τον θόλο, θα πεθάνει τον Φεβρουάριο του 1564, έχοντας τελειώσει μόνο το τύμπανο (θολοστάτη) με τα 16 παράθυρα. Οι εργασίες για τον θόλο σταμάτησαν και μόνο στις 19 Ιανουαρίου 1587, είκοσι τρία χρόνια μετά τον θάνατο του Μιχαήλ Άγγελου, ο Τζάκομο Ντέλα Πόρτα θα υπογράψει ένα συμβόλαιο που του έδινε διορία δέκα χρόνια για να ολοκληρώσει το έργο.
Όταν o Ντέλα Πόρτα ανέλαβε τα καθήκοντά του κατάλαβε αμέσως ότι η καμπυλότητα της ημικυκλικού θόλου, που είχε ήδη σχεδιαστεί από τον Μιχαήλ Άγγελο, παρουσίαζε στατικά προβλήματα, καθώς θα παρήγαγε μια ώθηση προς τα έξω στο ύψος του τυμπάνου, θέτοντας σε κίνδυνο το σύνολο της δομής. Για να λύσει το πρόβλημα αύξησε την καθετότητα του θόλου κατά επτά μέτρα. Μειώνοντας απλά την καμπύλη κατάφερε να μετατοπίσει το βάρος της όλης δομής, διοχετεύοντάς το προς τα κάτω, εξασφαλίζοντας έτσι μια επιτυχημένη στατικότητα. Ο θόλος δεν είχε πια μια καθαρή ημισφαιρική μορφή αλλά παρουσιάζονταν ελαφρά επιμηκυμένος. Παράλληλα έβαλε να περάσουν περιμετρικά στο σώμα του εσωτερικού θόλου επτά δακτυλίους, ο καθένας αποτελούμενος από 16 ράβδους σιδήρου, για να καλύψει την διάμετρο των 42 μέτρων.
Το 1590 η κορυφή του δακτυλίου που υποστήριζε τον φανό είχε ολοκληρωθεί. Αν και κατά τους πρώτους μήνες του ίδιου έτους οι εργασίες προχωρούσαν αργά, τον Μάιο, με αίγλη και πυροτεχνήματα, ο Σίξτος Ε’ ήταν σε θέση να εγκαινιάσει με επίσημη δοξολογία, το κλείσιμο του οπαίου του φανού. Κατά τους επόμενες μήνες το έργο συνεχίστηκε με γοργούς ρυθμούς, και χάρη στις αδιάκοπη εργασία 800 εργατών που εργάζονταν και την νύχτα υπό το φως πυρσών, εντός του έτους το έργο θεωρήθηκε ολοκληρωμένο. Παρά την πρόβλεψη των δέκα χρόνων, το έργο τελείωσε μόλις σε είκοσι δύο μήνες. Στις 8 Αυγούστου, λίγες μέρες πριν από το θάνατο του πάπα, πραγματοποιήθηκαν επίσης και οι 36 διακοσμητικές στήλες. Η κάλυψη του εξωτερικού κελύφους με πλάκες μολύβδου έλαβε χώρα το 1593 και στις 18 Νοεμβρίου του ίδιου έτους τοποθετήθηκε στην κορυφή μια χάλκινη επιχρυσωμένη σφαίρα με έναν σταυρό στην άκρη της. Το 1809 θα τοποθετηθεί ένα αλεξικέραυνο στην κορυφή του σταυρού.
Πρόσφατα ανακαλύφθηκε στην επιχρυσωμένη σφαίρα της κορυφής η υπογραφή στα λατινικά του Τζάκομο ντέλα Πόρτα και του γιου του, Παύλου, με την ημερομηνία 1593, έτος της τοποθέτησης της σφαίρας. Αν και φαίνεται μικρή από απόσταση, ωστόσο στο εσωτερικό της χωρούν περίπου 12 άνθρωποι. Υπάρχει πρόσβαση από τον φανό, διαμέσου μιας σιδερένιας σκάλας και μιας στενής οπής πλάτους 80 εκατοστών, που επιτρέπει το πέρασμα μόνο σε αδύνατους επισκέπτες. Μικρές χαραμάδες επιτρέπουν τη θέα από το εσωτερικό. Για λόγους ασφαλείας η πρόσβαση έχει απαγορευτεί για το κοινό από την δεκαετία του ’50. Η επίσκεψη στην σφαίρα ήταν ένα από τα πιο συναρπαστικά αξιοθέατα για τους ευρωπαίους βασιλείς και ευγενείς κατά τους περασμένους αιώνες. Στην ελικοειδή σκάλα που οδηγεί από το ισόγειο της βασιλικής προς την βάση του θόλου, δεκάδες μαρμάρινες αναμνηστικές επιγραφές μαρτυρούν αυτές τις επισκέψεις. Ο τελευταίος βασιλιάς που επισκέπτηκε την σφαίρα ήταν ο Αλφόνσος ΙΓ’ της Ισπανίας, ενώ ο τελευταίος πάπας που ανέβηκε εκεί ήταν ο Πίος Θ’, το βράδυ της παραμονής της γιορτής του Αγίου Πέτρου του 1847, πριν προσφέρει ένα πικ-νικ στην οροφή της βασιλικής στους αυλικούς και ιεράρχες. Το 1845, ο Πάπας Γρηγόριος ΙΣΤ’ προσέφερε στο εσωτερικό της σφαίρας ένα γεύμα στον τσάρο Νικόλαο Α’.
H επίσκεψη στον θόλο, στο επίπεδο του φανού, επιτρέπεται για το κοινό κάθε μέρα, από τις 8.00 μέχρι τις 17. 00 (18.00 το καλοκαίρι). Οι τιμές είναι αρκετά προσιτές, 5€ με τα πόδια, 7€ με την χρήση ασανσέρ για το πρώτο τμήμα, δηλαδή μέχρι το γείσο της βασιλικής και την βάση του θόλου [τιμές 2014]. Ο συνολικός αριθμός των σκαλιών είναι 551, ενώ στην δεύτερη περίπτωση μειώνονται στα 320.
Το πρώτο τμήμα της ανάβασης, το οποίο μπορεί να γίνει εναλλακτικά με το ασανσέρ, αποτελείται από μια άνετη και πλατιά ελικοειδή σκάλα. Στο τελευταίο τμήμα της βρίσκονται αναρτημένες στους τοίχους, όπως είπαμε, οι αναμνηστικές επιγραφές των επισκέψεων στην κορυφή και στην σφαίρα των βασιλέων και προσωπικοτήτων. Ο επισκέπτης, πριν φτάσει στην ταράτσα της βασιλικής, έχει την δυνατότητα να δει πανοραμικά το εσωτερικό της βασιλικής από ένα ύψος λίγο χαμηλότερο από την βάση του θόλου. Περιμετρικά, γύρω από την βάση, θα παρατηρήσουμε χαραγμένο στα λατινικά το γνωστό «Tu es Petrus et super hanc petram aedificabo ecclesiam meam – Tibi dabo claves regni caelorum» (Εσύ είσαι ο Πέτρος και πάνω σε αυτήν την πέτρα θα οικοδομήσω την εκκλησία μου – Σε σένα δίνω τα κλειδιά της βασιλείας των ουρανών), ουσιαστικά την έκφραση του παπικού πρωτείου (φώτο).
Είτε ανεβαίνοντας με το ασανσέρ είτε με την σκάλα, ενδιάμεσος σταθμός για την κορυφή είναι η ταράτσα στην γείσο της βασιλικής, στο ύψος των αγαλμάτων που βρίσκονται πάνω από την πρόσοψη. Εδώ μπορεί κανείς να ξεκουραστεί, κοιτώντας την θέα προς τα πάνω ή προς τα κάτω. Στην βάση της διπλής σκάλας που θα οδηγήσει στην τελική ανάβαση του θόλου, βρίσκεται η προτομή του Μιχαήλ Άγγελου σε μαύρο μάρμαρο. Αριστερά και δεξιά του θόλου θα διακρίνουμε και δύο μικρότερους, οι οποίοι έχουν μόνο διακοσμητικό σκοπό. Τα σκαλοπάτια που οδηγούν στην κορυφή είναι αρκετά στενά, ο χώρος για το πέρασμα είναι λιγοστός, ουσιαστικά καταλαμβάνει το κενό ανάμεσα στον εσωτερικό και εξωτερικό θόλο. Σε διάφορα σημεία η σκάλα είναι κυκλική και κάπως απότομη, ενώ ένα κρεμασμένο σχοινί βοηθάει το πιάσιμο. Σε άλλα σημεία η διαδρομή ακολουθεί την καμπυλότητα του θόλου με αποτέλεσμα, ειδικά αν κάποιος είναι ψηλός, να πρέπει να περπατάει δίνοντας στο σώμα μια κλίση προς τα πλάγια. Μια άλλη ανάλογη σκάλα χρησιμεύει για την κάθοδο.
Η κορυφή, πάντα γεμάτη τουρίστες, προσφέρει μια θέα προς την πλατεία του Αγίου Πέτρου, τα μουσεία και τους κήπους του Βατικανού, καθώς και σε ένα μεγάλο μέρος της πόλης. Κοιτώντας προς την επιφάνεια του θόλου, θα παρατηρήσει κανείς εκατοντάδες μικρές στρογγυλές βάσεις. Σε αυτές κάποτε τοποθετούσαν κεριά και πυρσούς για την φωταγώγηση του θόλου. Η φωταγώγηση γίνονταν από εξειδικευμένους εργάτες, οι οποίοι κρεμασμένοι με σχοινιά, άναβαν ταυτόχρονα τα κεριά. Το θέαμα ήταν θαυμάσιο και αρκετοί ταξιδιώτες, ανάμεσά τους και ο Γκαίτε, το περιέγραψαν λεπτομερώς. Η τελευταία τέτοια φωταγώγηση έγινε το 1937 (βίντεο).
Συνολικό βάρος: 14.000 τόνοι.
Ύψος: 133 μέτρα
Εξωτερική διάμετρος 59 μέτρα/εσωτερική διάμετρος 42 μέτρα.
Χρόνος ολοκλήρωσης: 22 μήνες.
Αρχιτέκτονες: Τζάκομο ντέλα Πόρτα και Ντομένικο Φοντάνα (βοηθός)
Leave A Comment