Οι τέσσερις «αίθουσες του Ραφαήλ» ήταν μέρος των διαμερισμάτων στον δεύτερο όροφο του παπικού μεγάρου που είχε επιλέξει ο Ιούλιος Β’ σαν κατοικία του. Ο ζωγραφικός διάκοσμος φιλοτεχνήθηκε από τον Ραφαήλ και τους μαθητές του μεταξύ του 1508 και 1524.
Αρχικά η ανακαίνιση των αιθουσών είχε ανατεθεί σε μια ομάδα γνωστών καλλιτεχνών της εποχής. Πιθανότατα ο Μπραμάντε, ο παπικός αρχιτέκτονας στον οποίο είχε ανατεθεί η ανοικοδόμηση της βασιλικής του Αγίου Πέτρου, κατάφερε να πείσει τον πάπα να αναθέσει το έργο στον συμπατριώτη του Ραφαήλ, ύστερα από την μεγάλη επιτυχία που είχε σημειώσει στην Περούτζια και στην Φλωρεντία. Ο ποντίφικας, ικανοποιημένος από τα πρώτα δείγματα του ζωγράφου, του έδωσε την έγκριση για την διακόσμηση όλων των διαμερισμάτων και δεν δίστασε να καταστρέψει όλα τα έργα των προκατόχων του.
Οι τέσσερις αίθουσες ονομάζονται: Αίθουσα της Υπογραφής (Stanza della Segnatura), Αίθουσα του Ηλιοδώρου (Stanza di Eliodoro), Αίθουσα της Πυρκαγιάς στο Μπόργκο (Stanza dell’Incendio di Borgo), Αίθουσα του Κωνσταντίνου (Sala di Costantino). Σίγουρα το πιο γνωστό έργο βρίσκεται στην πρώτη αίθουσα και πρόκειται για την γνωστή «Σχολή των Αθηνών». Ο Ραφαήλ θα πεθάνει απρόσμενα σε ηλικία 37 ετών στη Ρώμη και η διακόσμηση των αιθουσών θα ολοκληρωθεί από τους μαθητές του. Χαρακτηρίζεται σαν ένας από τους σημαντικότερους ζωγράφους της αναγεννησιακής Ευρώπης και το έργο θαυμάζεται για την καθαρότητα της φόρμας του και τη δεξιοτεχνία του.
Η φήμη της Καπέλα Σιξτίνα οφείλεται στον διάκοσμό της, φιλοτεχνημένο από τους μεγαλύτερους καλλιτέχνες της Αναγέννησης και ειδικά τον Μιχαήλ Αγγελο. Οφείλεται επίσης στο γεγονός πως είναι ο χώρος στον οποίο γίνεται το κονκλάβιο, η εκλογή του νέου πάπα. Για αυτόν λοιπόν τον λόγο ο χώρος θεωρείται από την καθολική εκκλησία σαν ένας από τους πιο ιερούς.
Η διακόσμηση της Καπέλα Σιξτίνα (παρεκκλήσι του Σίξτου) θα γίνει σταδιακά. Είμαστε σε μια εποχή που η παπική εξουσία έχει επιστρέψει από την αιχμαλωσία της Αβινιόν και αρχίζει σιγά-σιγά να ασχολείται με την αναδιοργάνωση και ανοικοδόμηση της πόλης και του Βατικανού. Η Ρώμη δεν έχει να επιδείξει φημισμένους καλλιτέχνες, η καλλιτεχνική πρωτεύουσα είναι η Φλωρεντία. Έτσι, με μια ομαδική εργασία, θα λέγαμε, καλλιτεχνών που θα έλθουν από την Τοσκάνη, θα πραγματοποιηθεί ο πρώτος διάκοσμος της Καπέλα Σιξτίνα. Τα ονόματα των καλλιτεχνών είναι τα πιο φημισμένα της εποχής, ένα πραγματικά απόσταγμα τέχνης: Περουτζίνο, Γκιρλαντάϊο, Μποτιτσέλι, Πιντουρίκιο, Ροσέλι. Αυτοί οι καλλιτέχνες θα διακοσμήσουν σε δύο στάδια τις τρεις πλευρές της Καπέλα Σιξτίνα με ορθογώνιες τοιχογραφίες. Το αποτέλεσμα παρουσιάζει μια μεγάλη ομοιογένεια, παρά τη συμμετοχή καλλιτεχνών με διαφορετικές προσωπικότητες. Αυτό κατέστη δυνατό χάρη στην υιοθέτηση της ίδιας κλίμακας μεγέθους των στοιχείων, παρόμοιες ρυθμικές δομές και ίδια χρωματική απόκλιση. Θα χρειαστεί ένας χρόνος για την ολοκλήρωση. Η οροφή παρουσιάζονταν απλώς σαν έναστρος ουρανός.
Το 1506 θα παρουσιαστούν ρωγμές στην οροφή και ύστερα από κάποιες μικρές πρόβες ο πάπας θα αναθέσει στον Μιχαήλ Άγγελο την διακόσμησή της. Ο Μιχαήλ Άγγελος θα εργαστεί εντελώς μόνος, σε δύσκολες συνθήκες και θα του χρειαστούν 4 ολόκληρα χρόνια για την ολοκλήρωση του έργου. Το κεντρικό θέμα είναι η Γέννεση ( έμβλημα της Αναγέννησης) και γύρω της θα φιλοτεχνηθούν απόστολοι, άγγελοι, προφήτες, πρόγονοι του Χριστού, βιβλικοί ήρωες. Μόνο κατά την τελευταία αποκατάσταση, το 1994, θα έλθουν στην επιφάνεια τα αυθεντικά χρώματα, αρκετά κρύα, που χρησιμοποίησε ο Μιχαήλ Άγγελος, προκαλώντας έκπληξη στους ειδικούς. Πρόκειται για έναν Μιχαήλ Άγγελο σε πλήρες αναγεννησιακό στυλ, διαφορετικό από αυτόν της «Δευτέρας Παρουσίας». Το έργο θα παρουσιαστεί στις 31 Οκτωβρίου 1512, την νύχτα των Αγίων Πάντων.
H ολοκλήρωση του διάκοσμου θα πραγματοποιηθεί με την «Δευτέρα Παρουσία» του Μιχαήλ Άγγελου, στον ανατολικό πλευρό της Καπέλα Σιξτίνα και θα χρειαστούν 7 χρόνια για την ολοκλήρωσή της (1536-1541). Εδώ πλέον ο Μιχαήλ Άγγελος είναι διαφορετικός, δεν είναι πλέον ο καλλιτέχνης του Ουμανισμού και της Αναγέννησης. Τα χρώματα είναι πιο ζεστά, ο άνθρωπος δεν είναι πια το κέντρο του κόσμου αλλά απλά αντικείμενο Θείας κρίσης. Όλα πια έχουν κριθεί, ο άνθρωπος δεν χαίρει πλέον εμπιστοσύνης και παρουσιάζεται γυμνός μπροστά στον Χριστό. Το έργο είναι μια εικόνα αγωνίας αλλά και σκληράδας.
Το έργο είναι πλούσιο σε μορφές, συνολικά βρίσκονται γύρω στις 400 και όλες εν κινήσει. Θα μπορούσαμε να διαιρέσουμε το έργο σε 4 μέρη: Στην κορυφή, σε ένα πρώτο επίπεδο, αριστερά και δεξιά, βρίσκονται άγγελοι που φέρουν τα αντικείμενα του Πάθους του Χριστού (σταυρός, στεφάνι κλπ). Στο κέντρο του δευτέρου επιπέδου βρίσκεται ο Χριστός-Κριτής, με δίπλα του την Παναγία, ενώ δεξιά και αριστερά τους τοποθετούνται συγκεκριμένοι άγιοι και απόστολοι. Στα αριστερά του τρίτου επιπέδου βλέπουμε την άνοδο των εκλεκτών προς τον Παράδεισο ενώ στα δεξιά την κάθοδο των κολασμένων προς την Κόλαση. Τα δύο «ρεύματα» δίνουν μια έντονη κινητικότητα στο έργο. Τέλος, στο τελευταίο επίπεδο βρίσκεται η Κόλαση, με τον Χάροντα και τον Μίνωα να φέρονται βάναυσα στους κολασμένους.
Το χαρακτηριστικό μπλε φόντο προέρχεται από την χρήση του ημιπολύτιμου λάπις λάζουλι.
Το 1564, έναν μήνα πριν τον θάνατο του Μιχαήλ Άγγελου, η «Δευτέρα Παρουσία» θα πέσει θύμα της Αντιμεταρρύθμισης, όταν στο Συμβούλιο του Τρέντο θα αποφασιστεί να απαγορευτούν τα γυμνά. Η εκκλησία θα αναθέσει σε έναν μαθητή του Μιχαήλ Άγγελου, τον Ντανιέλε ντα Βολτέρα, να καλύψει την γύμνια των μορφών του έργου. Ο Ντανιέλε ντα Βολτέρα θα προσπαθήσει να επέμβει όσο πιο διακριτικά του ήταν δυνατόν, προσθέτοντας λεπτά καλύμματα και πέπλα στις μορφές αλλά και κάποιες…βράκες. Ευτυχώς αυτή η επέμβαση θα αφαιρεθεί κατά την αποκατάσταση του 1994, μαζί με τα εμφανή ίχνη από την καύση κεριών και καντηλιών που είχαν συσσωρευτεί με την πάροδο των αιώνων.
Η Καπέλα Σιξτίνα παρουσιάζεται στον επισκέπτη στο ημίφως, καθώς το φως είναι εχθρός για την σωστή διατήρηση των έργων. Η θερμοκρασία και η υγρασία επίσης κρατούνται σε σταθερά επίπεδα. Απαγορεύονται αυστηρά η φωτογράφηση και οι δυνατές φωνές.
Εικονική περιήγηση στην Καπέλα Σιξτίνα
Φεύγοντας από την Καπέλα Σιξτίνα θα διασχίσουμε τον απέραντο διάδρομο που ανήκει στην Αποστολική Βιβλιοθήκη του Βατικανού και είναι μέρος των Μουσείων του Βατικανού. Εδώ κάθε αίθουσα παρουσιάζει διαφορετική θεματολογία και στις 13 συνολικά αίθουσες βρίσκονται εκθέματα που ανάγονται από την εποχή των Ετρούσκων ως τον 19° αιώνα.
Μέρος Γ’ (συνέχεια)
* * *
Leave A Comment